Ο Πρόεδρος της Κ.Ο του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, την Κυριακή 20/6/2010 έστειλε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ.Κάρολο Παπούλια την παρακάτω επιστολή, για το θέμα του Προεδρικού Διατάγματος για τις εργασιακές σχέσεις:
Αθήνα, 20 Ιουνίου 2010
Εξοχότατε κύριε Πρόεδρε.
Οι δραματικές εξελίξεις στην ελληνική οικονομία και η ενεργοποίηση του μηχανισμού στήριξης, έφεραν σημαντικές ανατροπές στην οικονομική, πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου. Σύμφωνα, άλλωστε, και με δικές σας δηλώσεις, η κρίση δεν είναι αποκλειστικά οικονομική. Είναι κρίση ηθική και κοινωνική. Κατά την εκτίμησή μας είναι και κρίση του κοινοβουλευτισμού.
Έτσι, για παράδειγμα, το τελευταίο διάστημα τα περισσότερα νομοσχέδια δεν έχουν έρθει με τις προβλεπόμενες διαδικασίες από τον Κανονισμό της Βουλής, αλλά με την διαδικασία του κατεπείγοντος.
Ακόμη, η ψήφιση του Ν. 3845/2010 («Μέτρα για την εφαρμογή του μηχανισμού στήριξης») θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί με ενισχυμένη πλειοψηφία από τη Βουλή και συγκεκριμένα, με την πλειοψηφία των 3/5 της Βουλής, όπως ορίζει ακριβώς το άρθρο 28 παράγραφος 2 του Συντάγματος.
Στη συνέχεια, με τροπολογία που κατατέθηκε την επόμενη ημέρα της ψήφισης του Ν.3845/2010 αφαιρέθηκε η καθοριστική αρμοδιότητα του Ελληνικού Κοινοβουλίου να επικυρώνει οποιοδήποτε μνημόνιο, συμφωνία και σύμβαση που θα υπογράφει πλέον εν λευκώ ο Υπουργός των Οικονομικών με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, το Δ.Ν.Τ. και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα.
Πρόσφατα ψηφίστηκε ο Ν.3846/2010 («Εγγυήσεις για την εργασιακή ασφάλεια και άλλες διατάξεις»), παρά τις σημαντικότατες ενστάσεις της Επιστημονικής Διεύθυνσης της Βουλής.
Το Μνημόνιο, εκτός της ευρείας εξουσιοδότησης που δίνει για περαιτέρω ρυθμίσεις μέσω Προεδρικών διαταγμάτων, αποτελεί τη βάση για δραστικότατους περιορισμούς ανθρώπινων δικαιωμάτων, κλονίζει τον κοινωνικό ιστό, ωθεί ευάλωτες κατηγορίες στον κοινωνικό αποκλεισμό και την περιθωριοποίηση.
Η πρόσφατη απόφαση της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου- συμβουλευτικού οργάνου της Πολιτείας σε θέματα προστασίας των δικαιωμάτων του Ανθρώπου- διατύπωσε τις έντονες ανησυχίες της για την «υπαρκτή διατάραξη των κοινωνικών ισορροπιών σε βάρος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με πολλαπλές, αλυσιδωτές και παράλληλες επιπτώσεις στην εγγύηση απόλαυσης των κοινωνικών δικαιωμάτων μέσω της διακινδύνευσης των ατομικών δικαιωμάτων και το αντίστροφο». Ταυτόχρονα ήγειρε θέμα αντισυνταγματικότητας, αφού διακυβεύονται βασικές αρχές του Συντάγματος και τίθεται υπό αμφισβήτηση ο δικαιοκρατικός χαρακτήρας της ελληνικής Πολιτείας.
Οι τελευταίες εξελίξεις, με την παρουσίαση του σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος για τις εργασιακές σχέσεις και η προγραμματισμένη κατάθεση σχεδίου νόμου για το ασφαλιστικό σύστημα, είναι προτάσεις που δεν κινούνται απλώς στα όρια της συνταγματικότητας, αλλά αλλοιώνουν με πρόδηλο τρόπο βασικά χαρακτηριστικά του πολιτεύματος μας. Ενδεικτικά, η ανάγνωση και μόνον του προαναφερόμενου σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος γεννά το ερώτημα αν οι ρυθμίσεις του μπορούν να χαρακτηριστούν ως «ειδικές» σε σχέση με τον εξουσιοδοτικό νόμο, ώστε να επιτρέπεται σύμφωνα με το άρθρο 43 παρ. 2 Συντ. η υιοθέτησή τους με κανονιστική σας πράξη.
Οι περιορισμένες αρμοδιότητες του Προέδρου της Δημοκρατίας φαίνεται να δυσκολεύουν τον εκ μέρους σας έλεγχο του σεβασμού των θεμελιωδών (εθνικών και διεθνών) αρχών που θίγονται από τις κυβερνητικές πρωτοβουλίες και σε καμία περίπτωση δεν σας εισηγούμαι τη πρόκληση θεσμικής κρίσης.
Θα ήθελα όμως να επισημάνω ότι ως ρυθμιστής του πολιτεύματος έχετε τη δυνατότητα να ελέγξετε την τήρηση και να εξασφαλίσετε την εφαρμογή του Συντάγματος τουλάχιστον ως προς τις διαδικασίες που αυτό προβλέπει .
Παίρνω, λοιπόν, το θάρρος να σας προτείνω, πριν υπογράψετε το Προεδρικό Διάταγμα για τις εργασιακές σχέσεις, να αναμείνετε την έκδοση του Πρακτικού Επεξεργασίας του από το ΣτΕ.
Μάλιστα, εισηγούμαι να ζητήσετε από τον Πρόεδρο του Συμβουλίου της Επικρατείας, έστω δια του αρμόδιου υπουργού, να παραπεμφθεί το σχέδιο του διατάγματος προς επεξεργασία σε σχηματισμό της ολομέλειας κατ΄ άρθρο 15 του π.δ. 18/1989, προκειμένου να εξεταστούν τα σπουδαιότατα νομικά ζητήματα που το σχέδιο αυτό θέτει.
Είναι, εξάλλου αυτονόητο, ότι η προθεσμία που τυχόν θα ταχθεί για την επεξεργασία του προεδρικού διατάγματος θα πρέπει να ανταποκρίνεται στην βαρύτητα των ζητημάτων που το ΣτΕ οφείλει να αντιμετωπίσει και να μην οδηγεί στην καταστρατήγηση του άρθρου 95 παρ. 1 περ. δ του Συντάγματος.
Με εξαιρετική τιμή
Αλέξης Τσίπρας