Η Ευρωπαϊκή Αριστερά έχει να αντιμετωπίσει την κατάσταση των αγροτών και όλων των ανθρώπων που ζουν στην ύπαιθρο. Οι κατευθύνσεις της νέας ΚΑΠ πιέζουν όλες τις χώρες της ΕΕ, την καθημερινότητα των αγροτών, κυρίως της οικογενειακής γεωργίας και προκαλούν τα πιο σοβαρά προβλήματα της κοινωνικής τους κατάστασης. Γι’ αυτό λοιπόν το 2ο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Αριστεράς συζήτησε αυτά τα προβλήματα και συμφώνησαν στους κύριους άξονες μίας εναλλακτικής αγροτικής πολιτικής. Από την άλλη ο επανέλεγχος της ΚΑΠ («διαγνωστικός έλεγχος) στο άμεσο μέλλον, θα επικεντρωθεί σε νέα προβλήματα και προοπτικές της ΚΑΠ εν όψει του 2013, τα οποία θα πρέπει να συζητήσουμε στο αγροτικό δίκτυο της Ευρωπαϊκής Αριστεράς.
Οι κοινοί άξονες μιας εναλλακτικής αγροτικής πολιτικής, που προτείνεται να κινηθούν οι θέσεις του κόμματος της Ευρωπαϊκής Αριστεράς στα αγροτικά και περιφερειακά ζητήματα, είναι οι ακόλουθοι:
1. Εισαγωγή
Η εφαρμογή της νέας ΚΑΠ σε όλες τις χώρες της ΕΕ, δημιούργησε τα τελευταία χρόνια πρόσθετες δυσκολίες στη βιωσιμότητα της οικογενειακής γεωργίας. Σε πολλές χώρες η περικοπή των ενισχύσεων οδήγησε στη συρρίκνωση της παραγωγής, στην αύξηση του κόστους, στη μείωση των εισοδημάτων και στη μεγάλη ανασφάλεια για το μέλλον. Παράλληλα με την υπογραφή των διμερών και περιφερειακών συμφωνιών «ελευθέρου εμπορίου» με αναπτυσσόμενες και μεσογειακές χώρες, καθώς τις νεοφιλελεύθερες κατευθύνσεις του ΠΟΕ, δημιουργήθηκαν επιπρόσθετες δυσκολίες στους μικρό-μεσαίους αγρότες, τόσο στην Ευρώπη όσο και στις αναπτυσσόμενες χώρες. Δυστυχώς οι κυρίαρχοι κύκλοι της ΕΕ, προκειμένου να πετύχουν συμφωνίες σε «βιομηχανικά» προϊόντα και «υπηρεσίες», δείχνουν έτοιμοι να θυσιάσουν τη γεωργία (δηλαδή την οικογενειακή γεωργία), έτσι ώστε να εξασφαλίσουν την ελεύθερη πρόσβαση των ευρωπαϊκών πολυεθνικών στις αγορές των αναπτυσσόμενων χωρών, αδιαφορώντας για τις συνέπειες σε βάρος τους και ιδιαίτερα σε βάρος της ασφάλειας εκατομμυρίων αγροτών. Τέλος, η προβλεπόμενη αναθεώρηση της ΚΑΠ το 2009 και η τάση για παραπέρα συρρίκνωσης των δαπανών του προϋπολογισμού της ΕΕ, δυσκολεύουν ακόμη περισσότερο τις συνθήκες παραμονής στην ύπαιθρο για την μεγάλη πλειοψηφία των αγροτών, με σοβαρές οικονομικές, κοινωνικές και περιβαλλοντικές συνέπειες.
2. Οι επιπτώσεις της νέας ΚΑΠ στους μικρομεσαίους αγρότες
Η εμπειρία από τη εφαρμογή της νέας ΚΑΠ έδειξε ότι το σύστημα της «αποσύνδεσης» των επιδοτήσεων από την παραγωγή, η περικοπή των επιδοτήσεων μέσω της «ενιαίας ενίσχυσης» και των διαφόρων «κρατήσεων», τα κριτήρια της «πολλαπλής συμμόρφωσης», κά, δεν ευνοούν τους μικρό-μεσαίους παραγωγούς και την οικογενειακή γεωργία. Κυρίως εξυπηρετούν τις μεγάλες αγροτο-επιχειρήσεις, τις βιομηχανίες μεταποίησης και τους μεγάλους εξαγωγείς προϊόντων που λαμβάνουν και τον κύριο όγκο των επιδοτήσεων, αναπαράγοντας το πρότυπο της «εντατικής γεωργίας», με αρνητικές συνέπειες στην ποιότητα των τροφίμων, στην αγροτική εργασία και στο περιβάλλον, με την εντατική χρήση φυτοφαρμάκων προκαλώντας χημική ρύπανση στο έδαφος.
Η νέα ΚΑΠ επηρεάζει έντονα κυρίως την «ποιοτική» και «Μεσογειακή» γεωργία και τους μικρούς παραγωγούς του Ευρωπαϊκού Νότου. Η αναθεώρηση της «Κοινής Οργάνωσης Αγοράς», σε διάφορα προϊόντα (λαδιού, καπνού, βαμβακιού, κρασιού, ζάχαρης και οπωροκηπευτικών, κά), προκαλεί σοβαρό πλήγμα στην παραγωγή και το εισόδημα των οικογενειακών εκμεταλλεύσεων. Από την άλλη οι επιδοτήσεις από τον δεύτερο πυλώνα για την ενίσχυση της αγροτικής ανάπτυξης είναι πολύ χαμηλές.
Οι μικρομεσαίοι αγρότες και ιδιαίτερα οι νέοι αγρότες, δεν έχουν ουσιαστικά περιθώρια επιβίωσης στις νέες συνθήκες. Με το σύστημα της «αποσύνδεσης», ο άνισος τρόπος κατανομής των επιδοτήσεων υπέρ των μεγάλων αγροτικών εκμεταλλεύσεων (το 25% παίρνει 75% των επιδοτήσεων) διαιωνίζεται. Από την άλλη η τελευταία ετήσια έκθεση της Επιτροπής για τις προοπτικές των αγροτικών προϊόντων, περιορίζεται σχεδόν αποκλειστικά στα δημητριακά, το κρέας και γαλακτοκομικά. Προφανώς από τους κυρίαρχους κύκλους της ΕΕ, υπάρχει μία καθαρή επιλογή για κάλυψη του κύριου όγκου των αναγκών σε φρούτα οπωροκηπευτικά, κρασί, πουλερικά, κά, από χώρες με χαμηλό κόστος παραγωγής, με χαμηλότερα κοινωνικά και περιβαλλοντικά στάνταρτ, με αντάλλαγμα το άνοιγμα των αγορών στη βιομηχανία και τις υπηρεσίες, σε όφελος των πολυεθνικών της Ευρώπης και των αλυσίδων “super market”. Αυτή η πολιτική θα προκαλέσει μία «έκρηξη» στις μεταφορές μεγάλων αποστάσεων, με υψηλά οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά κόστη.
3. Ποιο μοντέλο Γεωργίας χρειάζεται η Ευρώπη;
Η μεγάλη πλειοψηφία των ευρωπαίων αγροτών και των καταναλωτών, επιθυμούν μια ΚΑΠ, που ο όγκος παραγωγής θα ρυθμίζεται για την αποφυγή πλεονασμάτων, ενώ θα στηρίζεται το εισόδημα των μικρομεσαίων αγροτών. Θέλουν επίσης να παράγονται υγιεινά και ασφαλή τρόφιμα, με συμβατούς περιβαλλοντικά τρόπους παραγωγής. Ο απόλυτος οικονομικός ανταγωνισμός του προτύπου της «εντατικής γεωργίας» οδήγησε στις «τρελές αγελάδες» και στις «διοξίνες» στα τρόφιμα. Επίσης η χρήση Γ.Τ.Ο στην παραγωγή προϊόντων και ζωοτροφών εμπεριέχει μεγάλους και μη προβλέψιμους κινδύνους. Χρειάζεται αυστηρός έλεγχος για τον εντοπισμό τοξικών ουσιών σε τρόφιμα (διοξινών, νιτρικών οξέων, βαρέων μετάλλων και αντιβιοτικών) και ανάληψη της νομικής και οικονομικής ευθύνης από τις βιομηχανίες μεταποίησης προϊόντων (upstream), καθώς και παραγωγής αγροτικών εφοδίων (downstream), για κάθε βλάβη που προκύψει στην ανθρώπινη υγεία, στα ζώα και στο περιβάλλον.
Συμπερασματικά, τα τρόφιμα πρέπει να γίνουν κεντρικό θέμα των συζητήσεων, όχι μόνο ως ποσότητα, αλλά κυρίως ως ποιότητα, ως συνηθειών της διατροφής, ως σχέσεων παραγωγών-καταναλωτών, ως σχέσεων παράδοσης, πολιτισμού και παραγωγής, αντί για το συμφέρον των πολυεθνικών. Η χρήση Γ.Τ.Ο στην παραγωγή προϊόντων και ζωοτροφών πρέπει να απαγορευτεί και να εφαρμοστεί άμεσα το διεθνές Πρωτόκολλο της Καρθαγένης για τη «Βιοασφάλεια». Η ποιοτική γεωργία και η βιώσιμη αγροτική ανάπτυξη, σε συνδυασμό με την προώθηση της «Μεσογειακής δίαιτας», πρέπει να γίνει θεμελιώδεις αρχές της αγροτική πολιτικής.
Βασικό στοιχείο της «Κοινής Αγροτικής Πολιτικής» πρέπει να είναι η αρχή της «αυτοδυναμίας των λαών σε τρόφιμα», που υποστηρίζεται από την αποκέντρωση της παραγωγής, σύμφωνα με τις ανάγκες των τοπικών κοινωνιών, περιφερειών και χωρών και συμπληρωματικά από την παραγωγή για εξαγωγές. Τα στοιχεία της παραγωγής υγιεινών και ποιοτικών προϊόντων, η εργασία, ο σεβασμός στα πρότυπα διατροφής, η διατήρηση των σπόρων και των ποικιλιών, η ορθολογική χρήση των υδατικών πηγών, η προστασία της βιοποικιλότητας, η εφαρμογή μέτρων υποστήριξης της οικογενειακής γεωργίας, η εγκατάλειψη πρακτικών «ντάμπινγκ», κά, διαμορφώνουν τα θεμελιώδη στοιχεία της αρχής για «αυτοδυναμία» των λαών σε τρόφιμα.
Από αυτήν την πλευρά, η ανάπτυξη της αγροτικής παραγωγής και της εργασίας, πρέπει να αποτελεί τον κεντρικό άξονα ανάπτυξης της υπαίθρου, με την εφαρμογή κλαδικών πολιτικών, στήριξη της γεωργο-κτηνοτροφικής βιοποικιλότητας, καθώς και της αγροτικής απασχόλησης, ιδιαίτερα των νέων και γυναικών. Οι αγροτικές επιδοτήσεις θα πρέπει να δίδονται με κριτήρια οικονομικά, κοινωνικά και περιβαλλοντικά και όχι προς όφελος των μεγάλων παραγωγών, ορισμένων κλάδων και ορισμένων χωρών. Να εξασφαλιστεί συμπληρωματική εισοδηματική ενίσχυση στους αγρότες ορεινών, απομακρυσμένων και άγονων περιοχών, που αντιμετωπίζουν μεγαλύτερο κόστος παραγωγής. Επίσης στόχος της αγροτικής πολιτικής, σε ευρωπαϊκό αλλά και εθνικό επίπεδο, πρέπει να είναι ο έλεγχος της ασυδοσίας των πολυεθνικών, η μείωση της ψαλίδας τιμών μεταξύ παραγωγού-καταναλωτή, η συνολική ασφάλιση της αγροτικής παραγωγής, η παροχή αγροτικών συντάξεων που να εξασφαλίζουν αξιοπρεπή διαβίωση, οι επενδύσεις σε έργα οικονομικο-τεχνικής υποδομής και σε κοινωνικές υπηρεσίες, η προώθηση του αγροτουρισμού, της προστασίας του πολιτισμού των λαών, τοπικών παραδόσεων, κά.
4. 'Αξονες ριζικής μεταρρύθμισης της ΚΑΠ
Το Κόμμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς θεωρεί ότι μία ριζική μεταρρύθμιση στην εφαρμοζόμενη αγροτική πολιτική σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι απαραίτητη. Είναι αντίθετο στην ιδέα κατάργησης της ΚΑΠ και τάσσεται υπέρ της ριζικής μεταρρύθμισης της.
Θεμελιώδης αρχή της μεταρρύθμισης, θα πρέπει να είναι η δικαιότερη κατανομή των επιδοτήσεων υπέρ των μικρομεσαίων παραγωγών και υπέρ των ελλειμματικών αγροτικών προϊόντων, κυρίως των «μεσογειακών (φρούτα, οπωροκηπευτικά, ελαιόλαδο, κά), καθώς και η εφαρμογή της κοινοτικής προτίμησης, σε συνδυασμό με τη «Μεσογειακή δίαιτα».
Αύξηση των χρηματοδοτήσεων για αγροτική ανάπτυξη και υποστήριξη της ποιοτικής γεωργίας (τοπικά παραδοσιακά, προϊόντα με ονομασία προέλευσης, ολοκληρωμένο σύστημα διαχείρισης, βιολογικά), καθώς και για την ανάπτυξη των λιγότερο αναπτυγμένων περιοχών. Κάλυψη των αναγκών για την αγροτική και περιφερειακή ανάπτυξη, καθώς και οποιαδήποτε άλλη πολιτική ιδιαίτερα κοινωνική. Γι’ αυτό θεωρούμε αναγκαία την άμεση αύξηση του προϋπολογισμού της ΕΕ σε ποσοστιαία αναλογία στο ΑΕΠ.
Τα μέτρα στήριξης των αγροτικών νοικοκυριών, δεν πρέπει να έχουν ως βάση τα εκτάρια, αλλά τον αριθμό των απασχολουμένων. Παροχή ειδικών κινήτρων εγκατάστασης νέων αγροτών και ενοικίασης γης από μικρομεσαίους παραγωγούς. Πρέπει να σταματήσει η τάση συγκέντρωσης της γης και της παραγωγής σε λιγότερα χέρια και να διατηρηθεί η βασική μάζα των αγροτών στην ύπαιθρο. Η παραμονή ενός σημαντικού αριθμού εργαζομένων στον αγροτικό τομέα, δεν είναι φαινόμενο οικονομικής «καθυστέρησης», αλλά «προστιθεμένης αξίας» για την κοινωνία.
Η ριζοσπαστική μεταρρύθμιση της ΚΑΠ, σημαίνει εφαρμογή μιας νέας αγροτικής πολιτικής, με στόχο την παραγωγή υγιεινών και ποιοτικών προϊόντων για τις ανάγκες των τοπικών αναγκών και θεμελίωση της αρχής της «αυτοδυναμίας» των λαών σε τρόφιμα. Προτεραιότητα πρέπει να δοθεί στην ανάπτυξη της οικογενειακής γεωργίας και κάλυψης των αναγκών της εσωτερικής αγοράς σε τρόφιμα, αντί της παραγωγής με στόχο τις εξαγωγές.
Προστασία του εισοδήματος των παραγωγών, με διαμόρφωση των τιμών των προϊόντων, σύμφωνα με το κόστος παραγωγής και ένα μικρό κέρδος. Έλεγχος διάφορων «καρτέλ» και ολιγοπωλιακών δομών, στην επεξεργασία και εμπορία προϊόντων.
Εξασφάλιση ισότητας δικαιωμάτων και ευκαιριών ανδρών και γυναικών, καθώς και ουσιαστική βελτίωση της θέσης των «εργατο-αγροτών» και «οικονομικών μεταναστών» στον αγροτικό τομέα.
Μείωση του κόστους παραγωγής, με βελτίωση υποδομών και έλεγχο τιμών των αγροτικών εφοδίων (σπόροι, λιπάσματα, μηχανήματα, καύσιμα, κά), ενίσχυση πιστώσεων με ευνοϊκούς όρους, δωρεάν γεωτεχνικές συμβουλές, κά).
Στήριξη των συλλογικών μορφών οργάνωσης των παραγωγών, ιδιαίτερα πρωτοβάθμιων παραγωγικών συνεταιρισμών και ομάδων παραγωγών και κυρίαρχο ρόλο στη μεταποίηση και εμπορία.
Προστασία φυτικού πολλαπλασιαστικού υλικού (έρευνα, παραγωγή, πιστοποίηση, έλεγχος και εμπορία) και διασφάλιση του δικαιώματος των αγροτών να έχουν τους δικούς τους σπόρους.
Εφαρμογή προγραμμάτων ανάπτυξης της βιολογικής γεωργίας και κτηνοτροφίας και απαγόρευση της χρήσης «γενετικά τροποποιημένων οργανισμών» (ΓΤΟ) στην παραγωγή τροφίμων και ζωοτροφών. Ενίσχυση των μοχλών στήριξης των απασχολούμενων στην βιολογική γεωργία.
Το διεθνές εμπόριο αγροτικών προϊόντων, θα πρέπει να προκύψει από την αρχή της «αυτοδυναμίας» των λαών σε τρόφιμα, που θα αποτρέπει τις πρακτικές ντάμπινγκ, θα μειώσει τις επιδοτήσεις στις εξαγωγές και θα διασφαλίζει το εισόδημα των μικρομεσαίων αγροτών, τόσο στις αναπτυγμένες όσο και στις αναπτυσσόμενες χώρες.
Κατά τη διαμόρφωση της αγροτικής πολιτικής και τροφίμων, ο ΠΟΕ και οι πολυεθνικές, δεν μπορούν να έχουν αποφασιστικό ρόλο. Τα αγροτικά προϊόντα και τα δημόσια αγαθά (νερό, υγεία, παιδεία, ενέργεια, κά) πρέπει να μείνουν εκτός ρυθμίσεων του ΠΟΕ.
Η UNCTAD (ΟΗΕ) σε συνεργασία με το FAO, θα μπορούσαν να αναλάβουν την επεξεργασία κανόνων για το διεθνές εμπόριο αγροτικών προϊόντων και η επίβλεψη τους να γίνεται από ανεξάρτητο θεσμικό όργανο, υπό την εποπτεία του ΟΗΕ.
Βασικός σκοπός της αγροτικής πολιτικής πρέπει να είναι η προώθηση ενός νέου παραγωγικού μοντέλου, συμβατό με την υγιεινή διατροφή και την προστασία του περιβάλλοντος, καθώς την καταπολέμηση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Για το φαινόμενο του θερμοκηπίου και τις κλιματικές αλλαγές, σοβαρές ευθύνες έχει το αγροχημικό μοντέλο της συμβατικής γεωργίας (χημική ρύπανση, αποψίλωση, υπεράντληση υπόγειων υδάτων, κά), το οποίο θα πρέπει ν’ αλλάξει, ακριβώς επειδή είναι κατά των αγροτών, των λαών και της βιοποικιλότητας του πλανήτη.
Τέλος κρίσιμος παράγοντας της εναλλακτικής αριστερής πολιτικής στον αγροτικό τομέα, είναι η ανάπτυξη ενός ριζοσπαστικού αγροτικού συνδικαλιστικού κινήματος, που θα εκφράζει τα συμφέροντα των μικρομεσαίων αγροτών και θα προωθεί την ανάπτυξη της συνεργασίας και κοινής δράσης με άλλα κοινωνικά κινήματα (συνεταιριστικό, εργατικό, οικολογικό κλπ), κατά της νεοφιλελεύθερης πολιτικής, σε εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο. Ειδική σημασία έχει η συμμετοχή και η υποστήριξη πρωτοβουλιών, διεθνών αγροτικών κινημάτων της “Via Campesina” και της CPE (Coordination Paysanne Europeenne) σε ευρωπαϊκό επίπεδο.