Δευτέρα 5 Ιουλίου 2010

ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΟΥ ΣΥΝ, ΑΛΕΞΗ ΤΣΙΠΡΑ στις εργασίες του 6ου Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Φόρουμ με θέμα: «Ποιά πολιτική απάντηση στην κρίση;»

Από το 1997 μέχρι το 2007 η Ελλάδα είχε έναν από τους μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρωζώνη. Το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 44%. Στο διάστημα αυτό, η κερδοφορία του κεφαλαίου εκτινάχθηκε στα ύψη. Οι φορολογικοί συντελεστές πάνω στα κέρδη του κεφαλαίου και την μεγάλη περιουσία μειώθηκαν από 45%-40% (το 1981) στο 25% με στόχο το 20%. Ταυτόχρονα οι κυβερνήσεις αυτής της περιόδου, κυβερνήσεις είτε της Δεξιάς είτε της Σοσιαλδημοκρατίας, ακολούθησαν μια πολιτική φοροαπαλλαγών, που μείωσε ακόμα περισσότερο τα δημόσια έσοδα.

Αποτέλεσμα της ραγδαίας μείωσης στην φορολογία του κεφαλαίου, ήταν η συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους. Παράλληλα, τόσο η εργασία, όσο και η κοινωνική ασφάλιση υπέστησαν μια συστηματική πίεση, και έγιναν στόχος αντικοινωνικών θεσμικών μεταρρυθμίσεων. Τόσο η ανεργία, όσο και οι κοινωνικές ανισότητες αυξήθηκαν δραματικά. Το αδιέξοδο της πολιτικής αυτής καλύφθηκε με μια επιθετική πολιτική δημόσιου και ιδιωτικού δανεισμού. Μέχρι την στιγμή που η πολιτική αυτή, η οποία εγκωμιάστηκε διεθνώς ως υπόδειγμα αναπτυξιακής στρατηγικής, ήρθε αντιμέτωπη με την παγκόσμια οικονομική κρίση.

Η σημερινή κρίση στην Ελλάδα, είναι η άλλη όψη του ίδιου νομίσματος. ΤΑ θύματα της ανάπτυξης, καλούνται σήμερα να γίνουν τα θύματα της κρίσης. Και η στρατηγική που ακολουθείτο εν ονόματι της ανάπτυξης, δηλαδή η μείωση των εισοδημάτων, η απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και η διάλυση του ασφαλιστικού συστήματος, επανέρχεται σήμερα, ακόμα πιο επιθετικά, ως στρατηγική για να αντιμετωπιστεί η κρίση.

Το προηγούμενο διάστημα, η Ελληνική οικονομία βρέθηκε κάτω από μια πρωτοφανή πίεση, που άσκησαν συντονισμένα οι δυνάμεις της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κερδοσκοπίας. Τα προβλήματα της ελληνικής οικονομίας είναι υπαρκτά, αλλά σε καμία περίπτωση αντίστοιχα με την κατάσταση η οποία τελικά διαμορφώθηκε. Οι χρηματαγορές στοιχημάτισαν συντονισμένα πάνω στην χρεωκοπία της ελληνικής οικονομίας και αυτό λειτούργησε ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Σήμερα, με αφορμή την κατάσταση που διαμορφώθηκε, στην Ελλάδα διεξάγεται η πιο σκληρή και κυνική επίθεση απέναντι σε εργασιακές και κοινωνικές κατακτήσεις πολλών δεκαετιών. Και ακόμα μια βίαιη και απροκάλυπτη επιχείρηση αναδιανομής, εις βάρος των πιο αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων.

Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι η Ελλάδα χρησιμοποιείται σήμερα ως εργαστήριο για την προώθηση αυτής της πολιτικής και σε υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες. Όσα δεν κατάφερε να απαλλοτριώσει το κεφάλαιο στις εποχές της νεοφιλελεύθερης ανάπτυξης, θα επιχειρήσει να τα απαλλοτριώσει τώρα εν ονόματι της κρίσης, Υπό την έννοια αυτή, ο αγώνας αντίστασης που διεξάγουν σήμερα οι έλληνες εργαζόμενοι, είναι ένας αγώνας για λογαριασμό των δυνάμεων της εργασίας σε ολόκληρη την Ευρώπη.

**

Το πρώτο πεδίο στο οποίο διεξάγεται ο αγώνας αυτός, είναι το ιδεολογικό. ΟΙ μηχανισμοί εξουσίας και ιδεολογικής χειραγώγησης επιχειρούν να επιβάλλουν την δική τους ερμηνεία για την κρίση. Κύριο επιχείρημά τους είναι ότι για την κρίση φταίνε οι ίδιοι οι εργαζόμενοι και η άρνησή τους να δουλέψουν παραγωγικά. Φταίνε τα δίκτυα πελατειακών σχέσεων, τα οποία συγκροτήθηκαν με ευθύνη της εκάστοτε πολιτικής εξουσίας και τα οποία λειτούργησαν υπονομεύοντας το κοινό όφελος. Αλλά το πιο ισχυρό επιχείρημα είναι ότι δεν υπάρχει εναλλακτική διέξοδος. Για την αντιμετώπιση της σημερινής κατάστασης είναι επιβεβλημένη η συρρίκνωση του εισοδήματος που παράγεται από την εργασία, η επιβολή μιας πολιτικής που θα οδηγήσει σε μόνιμη ύφεση και εκτίναξη της ανεργίας και βέβαια η οριστική διάλυση του κοινωνικού κράτους, των εργασιακών σχέσεων και του ασφαλιστικού συστήματος. Η υποτίθεται σοσιαλιστική κυβέρνηση της Ελλάδας, ισχυρίζεται ότι μια τέτοια πολιτική είναι αντίθετη στην ιδεολογία της, αλλά επιβάλλεται από τις πραγματικές συνθήκες.

Πρόκειται για αναίσχυντη και απροκάλυπτη υποκρισία. Για να ξεκινήσουμε από το τελευταίο επιχείρημα, η στρατηγική της σοσιαλδημοκρατίας, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε ολόκληρη την Ευρώπη, είχε πάντα ως σημαία της την απορρύθμιση του κοινωνικού συμβολαίου. Απλώς τώρα η ελληνική κυβέρνηση κρύβεται πίσω από μια κατάσταση την οποία αντιμετωπίζει ως αντικειμενική. Και το κάνει για να αποφύγει όσο μπορεί το πολιτικό κόστος. Δεύτερον, δίκτυα πελατειακών σχέσεων υπήρξαν, και υπήρξαν με ευθύνη των ίδιων των κυβερνήσεων, προκειμένου να εξισορροπηθεί μια πολιτική που ευνοούσε σκανδαλωδώς την κερδοφορία του κεφαλαίου και υπονόμευε κάθε αναπτυξιακή προοπτική. Και τρίτον, οφείλουμε να επισημάνουμε ότι μια τέτοια διαστρέβλωση της πραγματικής εικόνας αφήνει έξω από κάθε συζήτηση το κεφάλαιο και τις δικές του ευθύνες για το σημερινό αδιέξοδο. Πέρα από όλα αυτά, οι έλληνες εργαζόμενοι οφείλουν αν συνειδητοποιήσουν ότι τα μέτρα τα οποία προωθούνται σήμερα, δεν πρόκειται να έχουν το παραμικρό αποτέλεσμα απέναντι στα σημερινά προβλήματα. Η πολιτική που ακολουθείται θα επιδεινώσει τα σημερινά προβλήματα, ειδικά το πρόβλημα του χρέους και των ελλειμμάτων, και θα υπονομεύσει κάθε προοπτική ανάκαμψης, βυθίζοντας την Ελλάδα στην ύφεση, την ανεργία και τη φτώχεια. Δικαιούμαστε λοιπόν να διατυπώσουμε την άποψη ότι δεν πρόκειται για μια στρατηγική εξόδου από την κρίση, αλλά για μια κυνική επίθεση λεηλασίας, προκειμένου να διασφαλιστεί για λίγο ακόμα η υψηλή κερδοφορία του κεφαλαίου στην χώρα μας. Στο τέλος αυτής της περιπέτειας, οι εργαζόμενοι θα έχουν χάσει δικαιώματα δεκαετιών ενώ η κατάσταση θα είναι ακόμα πιο δύσκολη από ότι είναι σήμερα. Και τότε θα απαιτηθούν νέα, ακόμα πιο σκληρά μέτρα. Στην ουσία πρόκειται για ένα φαύλο κύκλο κοινωνικής οπισθοδρόμησης, που θα μας εγκλωβίσει για πάντα στα σημερινά αδιέξοδα.

***

Υπάρχει λοιπόν εναλλακτική διέξοδος; Η δική μας απάντηση είναι κατηγορηματικά ναι.

Το πρώτο πράγμα που ζητάμε είναι η δυνατότητα δανεισμού από την ΕΚΤ με 1% ακριβώς όπως έγινε και με τις εμπορικές τράπεζες που δανείστηκαν με αυτό το επιτόκιο και στην συνέχεια δάνεισαν το ελληνικό με 5% και παραπάνω. Κάτι τέτοιο σημαίνει ανατροπή του Συμφώνου Σταθερότητας το οποίο, καίτοι έχει καταστεί από τις εξελίξεις ανενεργό, τώρα υπάρχει μια προσπάθεια επαναφοράς και σκλήρυνσης του.

Το δεύτερο είναι ο δημόσιος έλεγχος στο χρηματοπιστωτικό σύστημα με πρώτο βήμα τη δημιουργία ενός δημόσιου πυλώνα συγκροτημένου από τράπεζες στις οποίες το ελληνικό δημόσιο είναι βασικός μέτοχος. Αξίζει να υπενθυμίζουμε ότι οι τράπεζες έχουν αποσπάσει οικονομική βοήθεια 12 δις και τώρα εκταμιεύουν άλλα 17, χρήματα των ελλήνων φορολογουμένων. Με αυτό το ποσό θα μπορούσε η ελληνική κυβέρνηση να έχει αυτή την στιγμή των έλεγχο όλων των βασικών τραπεζών αν είχαν οι μετοχές που αγοράστηκαν με την διαδικασία αυτή ήταν κοινές και όχι προνομιούχες – κάτι που δεν δίνει δικαίωμα συμμετοχής στην διοίκησή τους.

Τέλος, υπάρχει μια σειρά από προτάσεις που αφορούν το πάγωνα των υπέρογκων στρατιωτικών δαπανών, την επιβολή φόρου στις χρηματιστηριακές συναλλαγές, την έκτακτης εισφοράς στις τράπεζες, την λήψη θεσμικών μέτρων που θα αποτρέπουν τα κερδοσκοπικά χρηματιστηριακά παιχνίδια, την υψηλότερη φορολογία του κεφαλαίου, καθώς και την η επαναδιαπραγμάτευση του ελληνικού χρέους κάτι που ούτως η άλλως αναμένεται να συμβεί, αφού όμως έχει προωθηθεί προηγουμένως η ολοκληρωτική απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων και του ασφαλιστικού συστήματος.

***

Οι μηχανισμοί ιδεολογικής χειραγώγησης κατηγορούν την Αριστερά ότι προβάλλει αιτήματα που είναι ανέφικτα. Για μας το πρόβλημα δεν είναι εκεί. Το πρόβλημα κάθε φορά είναι στους συγκεκριμένους συσχετισμούς δυνάμεων μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας. Για να είναι ρεαλιστική η εναλλακτική διέξοδος που προτείνει η αριστερά, όπως περιγράφεται παραπάνω, πρέπει να αμφισβητηθούν οι σημερινοί συσχετισμοί. Και οι συσχετισμοί μπορούν να αμφισβητηθούν μόνο μέσα από την οργάνωση ενός ισχυρού, μαχητικού και αποτελεσματικού κινήματος κοινωνικών αντιστάσεων.

Η εμπειρία υπάρχει. Στην πρόσφατη ευρωπαϊκή ιστορία, πολλές φορές η ισχυρή παρουσία των συνδικάτων, των εργαζόμενων, των αδύναμων κοινωνικών στρωμάτων στους δρόμους, ματαίωσε αντικοινωνικά σχέδια και ανέτρεψε δεδομένους συσχετισμούς. Στην Ελλάδα έχει συμβεί επίσης, με προηγούμενα σχέδια ανατροπής του ασφαλιστικού συστήματος. Σήμερα, είναι η στιγμή να γίνει πάλι ώστε να ανακοπεί αυτή η σχεδιασμένη αντικοινωνική επίθεση.

Στην βάση αυτή, θεωρούμε ότι οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις στην Ελλάδα που υπερασπίζονται την κοινωνική αλληλεγγύη και αμφισβητούν την σημερινή πολιτική έχουν τη δυνατότητα να συγκλίνουν σε τέσσερεις βασικούς άξονες δράσεις.

1) Στην απαίτηση να φορολογηθεί το κεφάλαιο. Και να πληρώσουν το κόστος της κρίσης, αυτοί που στο προηγούμενο διάστημα εισέπραξαν το όφελος της ανάπτυξης.

2) Στην υπεράσπιση κάθε κοινωνικού δικαιώματος, όπως το δικαίωμα στη εργασιακά και την κοινωνική ασφάλιση, χωρίς καμία διαπραγμάτευση πάνω σε αυτό το ζήτημα.

3) Στην διατύπωση ενός εναλλακτικού σχεδίου ανάπτυξης, που δεν θα εξαρτάται από την καλή θέληση και την εμπιστοσύνη του διεθνούς κερδοσκοπικού δικτύου των «αγορών», και

4) Στην γενίκευση του αγώνα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, προκειμένου να αμφισβητηθούν αποτελεσματικότερα οι σημερινοί συσχετισμοί.

***

Για εμάς το ζήτημα εξόδου από την κρίση είναι πρώτα από όλα πολιτικό και όχι τεχνικό. Με αυτή την έννοια πρέπει να κάνουμε σαφές ότι η έξοδος από την κρίση είναι άμεσα συνδεδεμένη με την έκβαση της κοινωνικής και πολιτικής σύγκρουσης η οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή σε εξέλιξη στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Έξοδος από την κρίση σημαίνει ρήξη με τον νεοφιλελευθερισμό. Σημαίνει δηλαδή, μια πολιτική που θα προστατεύει το εργατικό εισόδημα και συνολικά τις εργασιακές κατακτήσεις, θα ακυρώνει την ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων και τις ιδιωτικοποιήσεις, θα προστατεύει τον δημόσιο πλούτο και θα στηρίζεται συνολικά στην ικανοποίηση των αναγκών του κόσμου της δουλειάς και της νεολαίας. Και με αυτή την έννοια, μια νίκη του κινήματος των κοινωνικών αντιστάσεων στην Ελλάδα, είναι καθοριστική, τόσο για το μέλλον της δικής μας χώρας, όσο και για ολόκληρη την Ευρώπη.

To Γραφείο Τύπου