Πέμπτη 12 Μαρτίου 2009

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΥΠΟΥ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΙΔΕΙΑ

Ο Πρόεδρος του ΣΥΝ Αλ. Τσίπρας και ο Aλκης Ρήγος, Πανεπιστημιακός, συντονιστής Θεματικής Παιδείας της Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ και τα μέλη της Θεματικής Παιδείας Αγγέλικα Σαπουνά, Α.Βασιλόπουλος, Τζ. Βαμβακά παρουσίασαν σε συνέντευξη Τύπου, με αφορμή την έναρξη ενός ακόμη διαλόγου από μεριάς της κυβέρνησης για την Παιδεία τις προτάσεις και τις απόψεις του ΣΥΡΙΖΑ για τα ζητήματα της εκπαίδευσης καθώς και τις πρωτοβουλίες με τους φορείς της εκπαιδευτικής κοινότητας το επόμενο διάστημα.

Ο Πρόεδρος του ΣΥΝ Αλ. Τσίπρας, στην τοποθέτησή του τόνισε:

«Ευχαριστούμε για την παρουσία σας εδώ, σε μια μέρα που υποτίθεται ότι είναι μέρα έναρξης μιας ακόμα προσπάθειας δημόσιου διαλόγου για την Παιδεία. Πήραμε λοιπόν την πρωτοβουλία, με αίσθημα ευθύνης απέναντι στους έλληνες πολίτες, στους νέους ανθρώπους ιδιαίτερα, τους μαθητές, τους φοιτητές, τους σπουδαστές να καταθέσουμε τις θέσεις και τις προτάσεις μας καθώς και την εκτίμησή μας ότι για μια ακόμη φορά αυτό που ονομάζεται δημόσιος διάλογος για την Παιδεία δεν είναι τίποτε άλλο παρά μία επικοινωνιακή προσπάθεια να καλυφθούν αδυναμίες και αστοχίες της εφαρμοζόμενης κυβερνητικής πολιτικής για την Παιδεία.
Γνωρίζουμε ότι, συζητώντας για την Παιδεία, απευθυνόμαστε κυρίως σε κάθε έλληνα και κάθε ελληνίδα που ακούν για δημόσια και δωρεάν παιδεία και αντιλαμβάνονται ότι αυτό στις μέρες μας είναι το πιο σύντομο ανέκδοτο. Διότι κάθε έλληνας και κάθε ελληνίδα γνωρίζει ότι μεγάλο μέρος του οικογενειακού προϋπολογισμού πηγαίνει, προκειμένου να μπορέσουν τα παιδιά να σπουδάσουν, να πάνε σε δημόσιο, κατά τα άλλα, σχολειό, να πάνε σε δημόσιο, κατά τα άλλα, Πανεπιστήμιο.
Τα τελευταία 15 χρόνια η χώρα μας υφίσταται τη συστηματική υπονόμευση της δημόσιας και δωρεάν εκπαίδευσης, μέσω του οικονομικού στραγγαλισμού των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και της γενίκευσης των ελαστικών εργασιακών σχέσεων στην εκπαίδευση. Και παράλληλα βλέπουμε να εκτυλίσσεται η σταδιακή ιδιωτικοποίηση της εκπαίδευσης σε όλες της τις βαθμίδες, από το νηπιαγωγείο, τον παιδικό σταθμό έως το Πανεπιστήμιο.
Συνολικά το πρόβλημα της Παιδείας ανάγεται, όχι αποκλειστικά, αλλά σε μεγάλο βαθμό, στην αιμορραγία του οικογενειακού προϋπολογισμού σε μία, όπως είπα και πιο πριν, μόνο κατ΄ όνομα δημόσια και δωρεάν παιδεία. Διότι οι αριθμοί και οι στατιστικές είναι αμείλικτοι. Η Ελλάδα σήμερα είναι η τελευταία χώρα στην Ε.Ε. σε δημόσιες δαπάνες για την παιδεία. Όταν ο μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι στο 5,25%, στη χώρα μας είμαστε κάτω από το 3% του ΑΕΠ. Η Ελλάδα σήμερα είναι η τελευταία στην Ε.Ε. στις δημόσιες δαπάνες ανά φοιτητή, σε δαπάνες ανά φοιτητή σε σχέση με το κατά κεφαλήν εισόδημα, 1,4% , όταν ο μέσος όρος στην Ε.Ε., σύμφωνα με τα στοιχεία της EUROSTAT είναι στο 16,5%. Η Ελλάδα είναι σήμερα τελευταία στην Ε.Ε. στις δημόσιες δαπάνες για την έρευνα, όταν αυτές είναι καθηλωμένες στο 0,57-0,6 του ΑΕΠ, όταν ο μέσος όρος της Ε.Ε., πάλι σύμφωνα με τα στοιχεία της EUROSTAT, ανέρχεται στο 1,84%.
Σήμερα λοιπόν για τρίτη φορά τα τελευταία χρόνια ξεκινάει ένας ακόμα διάλογος. Και πάλι υποτίθεται ότι ξεκινά από μηδενική βάση. Η πραγματικότητα όμως είναι ότι τα τέσσερα τελευταία χρόνια έγιναν τόσες πολλές και τόσο βίαιες παρεμβάσεις στο χώρο της εκπαίδευσης από την πλευρά της κυβέρνησης που μόνο στο μηδέν δεν μπορούμε να πούμε ότι βρισκόμαστε. Σήμερα βρισκόμαστε πολύ, μα πολύ πιο κάτω από το μηδέν.
Ο κ. Σπηλιωτόπουλος λοιπόν, ο Υπουργός Παιδείας, ισχυρίζεται ότι ο διάλογος ξεκινάει από μηδενική βάση. Υποθέτω ότι αυτό το κάνει για δύο σημαντικούς λόγους.
Πρώτον, γιατί είναι «γραμμή» όλων των νέων υπουργών της κυβέρνησης, μετά από τον τελευταίο ανασχηματισμό, να παριστάνουν ότι δεν έχουν καμία σχέση με τους προκατόχους τους. Το ίδιο κάνει και ο κ. Χατζηγάκης στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, ο οποίος μας λέει ότι, δεν έχω καμία σχέση με τον κ. Κοντό. Το ίδιο ο κ. Παπαθανασίου στο Υπ. Οικονομίας, ο οποίος προσπαθεί να μας πείσει ότι δεν έχει καμία σχέση, παρότι ήταν υφιστάμενός του, με τον κ. Αλογοσκούφη. Ακόμη και ο κ. Δένδιας, στην πολύκροτη υπόθεση της απόδρασης Παλαιοκώστα, προσπαθούσε να μας πείσει ότι δεν έχει σχέση με τους προκατόχους του.
Βεβαίως γνωρίζουμε ότι στην πραγματικότητα η προσπάθεια του κ. Σπηλιωτόπουλου να αποδείξει ότι δεν έχει σχέση με τον κ. Στυλιανίδη έχει να κάνει με τη συνολικότερη προσπάθεια να αποδείξει ότι δεν χρεώνεται την πολιτική του κ. Στυλιανίδη. Δεν χρεώνεται το γεγονός ότι ο κ. Στυλιανίδης το βράδυ της δολοφονίας του Αλ. Γρηγορόπουλου ήταν σε κέντρο διασκέδασης και την επομένη στο γήπεδο για να παρακολουθήσει έναν ποδοσφαιρικό αγώνα. Ταυτόχρονα όμως είναι και μια προσπάθεια -να χρησιμοποιήσω μια έκφραση που την εισήγαγε στην πολιτική ορολογία η κα Παπαρήγα- μια προσπάθεια να «χαϊδέψει τα αυτιά» της εξεγερμένης νεολαίας, των νέων που εξεγέρθηκαν τον Δεκέμβρη με αιτίες.
Βασική αιτία αυτής της εξέγερσης ήταν ένα σχολείο που δεν ανταποκρινόταν στις ανάγκες και στα όνειρά τους, ένα Πανεπιστήμιο που δεν ανταποκρίνεται στις ανάγκες και τα όνειρα και τις προσδοκίες τους, και να τους πείσει ότι μ΄ αυτόν τον τρόπο, μ΄ αυτό το διάλογο συμμερίζεται έστω ορισμένες από τις ανησυχίες τους.
Ταυτόχρονα όμως η επίκληση της μηδενικής βάσης του διαλόγου έχει και σαν στόχο, ουσιαστικό στόχο από την πλευρά του κ. Σπηλιωτόπουλου να βάλει και νέα θέματα στο τραπέζι, από συντηρητική πλευρά. Θέματα που έχουν ανοίξει από τον Δεκέμβρη και μετά, και συγκεκριμένα το θέμα του ασύλου.
Εμείς λοιπόν λέμε απέναντι σ΄ αυτή την προσπάθεια του διαλόγου από μηδενική βάση ότι δεν μπορεί να γίνεται διάλογος από μηδενική βάση, που σημαίνει δηλαδή ομολογία αποτυχίας της εφαρμοζόμενης κυβερνητικής πολιτικής από τον προηγούμενο διάλογο και μετά, και την ίδια στιγμή να κρατάς ανοιχτά όλα τα στοιχεία της πολιτικής αυτής. Δηλαδή το νόμο-πλαίσιο, που εξαρτά την χρηματοδότηση των ΑΕΙ από τη σχέση τους με τα ιδιωτικά κεφάλαια και την de facto αναγνώριση των Κέντρων Ελευθέρων Σπουδών ως ιδιωτικών πανεπιστημίων, ακόμα-ακόμα και της περιβόητης βάσης του 10 που οδήγησε σε μεγάλη αύξηση της μαθησιακής διαρροής.
Αυτό δεν είναι διάλογος από μηδενική βάση. Διάλογος από μηδενική βάση σημαίνει παγώνω όλα τα διαφιλονικούμενα ζητήματα, όλα τα ζητήματα εκείνα που δημιουργούν εντάσεις και διχάζουν την εκπαιδευτική κοινότητα και την ελληνική κοινωνία και ελάτε να συζητήσουμε ανοιχτά για το πώς θα προχωρήσουμε. Δεν κάνει αυτό η κυβέρνηση.
Εμείς θέσαμε έγκαιρα τις προϋποθέσεις προκειμένου να συμμετέχουν σ΄ έναν ουσιαστικό διάλογο. Οι αναγκαίες προϋποθέσεις που θέσαμε ήταν τρεις:
- Πρώτον, να αποσυρθούν όλες οι ρυθμίσεις για τα ΚΕΣ και να εφαρμοστεί το Σύνταγμα.
- Δεύτερον, να παγώσει η εφαρμογή του νόμου-πλαισίου που άνοιξε τεράστιες πληγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, και
- Τρίτον, να υπάρξει δέσμευση άμεσα για αύξηση της χρηματοδότησης για την παιδεία.
Δεν έγινε δεκτή καμία απ΄ αυτές τις τρεις προϋποθέσεις. Γι αυτό το λόγο και δεν θα νομιμοποιήσουμε ένα διάλογο παρωδία με την παρουσία μας, ένα διάλογο που είναι καταδικασμένος να καταλήξει σε αποτυχία.
Από την άλλη όμως, με αίσθημα ευθύνης, καταθέτουμε σήμερα δημόσια τις προγραμματικές μας θέσεις, το πρόγραμμά μας για την Παιδεία. Θα το καταθέσουμε και σε διαδοχικές συναντήσεις που θα έχουμε με όλους τους φορείς της εκπαιδευτικής κοινότητας, ξεκινώντας από αύριο σε συνάντηση που θα έχουμε με την ΟΛΜΕ.
Θέτουμε όμως σε δημόσια συζήτηση και τρεις βασικούς άξονες των προτάσεών μας αυτών.

- Πρώτος άξονας είναι η αύξηση της χρηματοδότησης. Για τον ΣΥΡΙΖΑ η παιδεία είναι ένα μη διαπραγματεύσιμο κοινωνικό αγαθό. Γι αυτό και επιδιώκουμε ένα αναβαθμισμένο, δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα. Σήμερα που όλα μετατρέπονται σε εμπόρευμα και παντού επικρατούν οι όροι της αγοράς, εμείς τονίζουμε ότι απαραίτητη προϋπόθεση για μια Παιδεία που θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κοινωνίας του σήμερα και του αύριο, είναι, όχι μόνο η διαφύλαξη, αλλά και η περαιτέρω ενίσχυση του δημόσιου, δωρεάν και κοινωνικού χαρακτήρα της εκπαίδευσης σε όλες τις βαθμίδες. Και απαραίτητη προϋπόθεση για μια τέτοια εκπαίδευση είναι το αυτονόητο, η άμεση αύξηση της χρηματοδότησης στον κρατικό προϋπολογισμό.
Θα μου πείτε, τώρα που έχουμε κρίση θα αυξήσουμε τις δαπάνες για την παιδεία; Δεν τίθεται το ίδιο ερώτημα για τις δαπάνες για τους εξοπλισμούς, που τώρα που έχουμε κρίση, όχι μόνο δεν τους κρατάμε σταθερούς, αλλά τους αυξάνουμε κιόλας. Και επιπλέον, η άποψή μας είναι ότι δεν μπορεί ως αντιστάθμισμα στην κρίση να χρηματοδοτούνται ιδιωτικοί δρόμοι και ιδιωτικά έργα και από την άλλη να κόβονται οι δαπάνες στο δημόσιο, δηλαδή στην υγεία, την παιδεία, εκεί που υπάρχει πολύ μεγάλη ανάγκη. Άλλωστε είναι φανερό ότι με άλλα εφόδια μπορεί να αντιμετωπίσει την οικονομική κρίση ένας πολίτης ενός κράτους της Ε.Ε., της βόρειας Ευρώπης για παράδειγμα, που γνωρίζει ότι μπορεί να σπουδάσει το παιδί του ή να πάει στον παιδικό σταθμό δωρεάν και με άλλες προϋποθέσεις ο έλληνας πολίτης, ο οποίος ξέρει ότι θα περάσει την κρίση, έχοντας να αντιμετωπίσει και το δυσβάστακτο οικονομικό βάρος των απαιτούμενων δαπανών που πρέπει να δώσει για να σπουδάσει το παιδί ή για να πάει στον παιδικό σταθμό ή για να πάει στο νηπιαγωγείο.

- Δεύτερος άξονας της πολιτικής μας πρότασης είναι η ελεύθερη πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση με την κατάργηση των εισαγωγικών εξετάσεων.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι σύνθημά μας είναι περισσότερη παιδεία, παιδεία για όλους. Στο επιθετικό και ανταγωνιστικό σχολείο του σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ απαντά με ένα ανοιχτό δημόσιο σχολείο, που θα παρέχει σύγχρονη, κριτική και δημιουργική γνώση στην υπηρεσία των κοινωνικών αναγκών. Βασικός μας στόχος είναι η καθιέρωση της διετούς υποχρεωτικής δημόσιας προσχολικής αγωγής και του 12χρονου υποχρεωτικού σχολείου, αντί του σημερινού 9χρονου υποχρεωτικού.
Για να μπορέσει να γίνει εφικτό το σχέδιό μας πρέπει να αλλάξει άμεσα το απάνθρωπο, άδικο, πολυέξοδο και βαθιά ταξικό σημερινό σύστημα επιλογής φοιτητών για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Ο τρόπος εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, κατά την άποψή μας, δεν είναι ένα τεχνικό ζήτημα, όπου πρέπει να βρούμε τεχνικού χαρακτήρα προτάσεις, αλλά επηρεάζει όλες τις βαθμίδες και εκφράζει τη σχέση της παιδείας με την κοινωνία.
Προτείνουμε λοιπόν την ελεύθερη πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ώστε να αποκτήσει το Λύκειο την αυτόνομη εκπαιδευτική του λειτουργία και να απαλλαγεί η χώρα από τη φοιτητική μετανάστευση και να απαλλαγεί κυρίως το οικογενειακό εισόδημα από τις δυσβάσταχτες δαπάνες. Τα μόνα κριτήρια που, κατά την άποψή μας, χωράνε σ΄ αυτή τη διαδικασία είναι αμιγώς γνωστά επιστημονικά και όχι διάφοροι τύποι κλειστών αριθμών εισακτέων, που στερούν από τους νέους ανθρώπους το δικαίωμα στη μόρφωση και τους σπρώχνουν ολοταχώς στην ιδιωτική εκπαίδευση.

- Τρίτος άξονας των προτάσεών μας είναι η απόσυρση του νόμου-πλαίσιου και ουσιαστικός διάλογος με την ακαδημαϊκή κοινότητα για τις αναγκαίες τομές ενίσχυσης του δημόσιου πανεπιστήμιου, με αναβάθμιση του προγράμματος σπουδών, με ενίσχυση των αναγκαίων υποδομών ώστε να μπορεί να ανταποκρίνεται στις κοινωνικές ανάγκες και να προάγει την επιστημονική γνώση και την έρευνα.
Στα πλαίσια αυτά, θυμίζω, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν το μόνο κοινοβουλευτικό κόμμα που, κατά τη διάρκεια της συζήτησης και ψήφισης του σημερινού νόμου-πλαίσιου στη Βουλή, είχε καταθέσει ένα ολοκληρωμένο αντι-νομοσχέδιο, μια ολοκληρωμένη πρόταση, σημείο προς σημείο. Η πρόταση αυτή αποτελεί και τη βάση της δικής μας πρότασης για ένα εναλλακτικό Πανεπιστήμιο που να ανταποκρίνεται στις σύγχρονες κοινωνικές ανάγκες.
Θα ήθελα, τέλος, να πω δυο σημεία που, κατά τη γνώμη μου, έχουν ιδιαίτερη σημασία.
Το πρώτο είναι ότι η κυβέρνηση επιμένει σε μια πολιτική στην Παιδεία που συνδέει την εκπαίδευση και ιδίως τα ανώτατα εκπαιδευτικά και τεχνολογικά ιδρύματα με τον ιδιωτικό τομέα. Αυτό στην πραγματικότητα είναι και ο νόμος-πλαίσιο. Κι αυτό το έκανε πριν την κρίση. Συνεχίζει όμως να το κάνει και μετά, κατά τη διάρκεια της κρίσης. Κι αυτό, κατά τη γνώμη μας, είναι έξω από κάθε λογική και κάθε όριο. Διότι, την ώρα της κρίσης, που ο ιδιωτικός τομέας βουλιάζει και τρέχει να ζητήσει ζεστό χρήμα από το κράτος, από το δημόσιο για να σωθεί, εμείς, αντί η δημόσια εκπαίδευση να αποτελέσει ένα εργαλείο αντιμετώπισης της κρίσης, της δένουμε στο λαιμό την πέτρα της ιδιωτικής χρηματοδότησης και την πετάμε αναγκαστικά μέσα στην κρίση. Και ειλικρινά θα έπρεπε κάποια στιγμή να τοποθετηθεί κάποιος κυβερνητικός παράγοντας για το πώς μπορεί ένας νόμος, ο οποίος δεν μπόρεσε να λειτουργήσει και δεν έχει λειτουργήσει όλη την προηγούμενη περίοδο που δεν είχαμε κρίση, πιστεύει ότι θα μπορέσει να λειτουργήσει σήμερα εν μέσω της κρίσης.
Και, τέλος, θα ήθελα να πω ότι θα έπρεπε -και καλούμε τον Υπουργό Παιδείας να μας εξηγήσει και να πει αλήθειες στον ελληνικό λαό- για το πώς οι δεσμεύσεις του Πρωθυπουργού για περικοπές των δημοσίων δαπανών θα εφαρμοστούν στο χώρο της Παιδείας, με τις τόσες λειτουργικές ανάγκες στα δημόσια πανεπιστήμια, ιδίως της περιφέρειας, που κλείνουν, αναστέλλουν τη λειτουργία τους γιατί δεν έχουν να πληρώσουν το ρεύμα, στα σχολειά μας όπου ώρες πολλές χάνονται γιατί υπάρχουν τεράστια οργανικά κενά και τις θέσεις τις καλύπτουν αναπληρωτές και ωρομίσθιοι. Πώς θα εφαρμοστεί αυτή η πολιτική που εξήγγειλε ο Πρωθυπουργός για την κρίση στο χώρο της Παιδείας. Πρέπει να πουν αλήθειες στον ελληνικό λαό.
Εμείς έχουμε ένα διαμετρικά αντίθετο σχέδιο και πρόγραμμα. Πιστεύουμε ότι η ενίσχυση της παιδείας είναι μια από τις απαραίτητες εκείνες κινήσεις που μπορούν να διασφαλίσουν τους πολίτες απέναντι στην κρίση αλλά και μπορεί να αποτελέσει όχημα για την υπέρβαση της κρίσης και την προστασία της κοινωνίας.
Δεν έχουμε καμία αμφιβολία ότι ο διάλογος αυτός από μηδενική βάση είναι ένας προσχηματικός διάλογος. Άλλωστε από τα 30 μέλη που απαρτίζουν το Συμβούλιο Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης, τα 17 είναι διορισμένα από τον Υπουργό Παιδείας. Άλλωστε χθες στη Σύνοδο των Πρυτάνεων ο Υπουργός Παιδείας είπε ξεκάθαρα ότι, ακόμα και από ομόφωνες αποφάσεις δεν δεσμεύομαι, σε σχέση με αλλαγές στο νόμο-πλαίσιο.
Για μας είναι ξεκάθαρο ότι κι αυτή είναι κίνηση εντυπωσιασμού, που εντάσσεται στο συνολικό επικοινωνιακό σχέδιο που ξεκίνησε από την πρωτοβουλία του Πρωθυπουργού να συναντήσει τους επικεφαλής των κοινοβουλευτικών κομμάτων και να τους ζητήσει στην ουσία τη δυνατότητα να κυβερνάει αυτός με το δικό του σχέδιο κι εμείς να συναινούμε. Τη δική μας συναίνεση ο Πρωθυπουργός και ο Υπουργός Παιδείας δεν θα την έχει. Αντιθέτως, εμείς θεωρούμε ότι σήμερα δεν χρειάζονται συναινέσεις. Απαιτούνται ρήξεις με τις εφαρμοζόμενες πολιτικές. Άρα εμείς θα προσπαθήσουμε να διερευνήσουμε το πεδίο συμφωνίας, συναίνεσης και κοινής δράσης με όλους τους εκπαιδευτικούς φορείς προκειμένου να ανατρέψουμε την εφαρμοζόμενη πολιτική προς όφελος των μαθητών, των φοιτητών, των εκπαιδευτικών, κυρίως όμως της ελληνικής κοινωνίας στο σύνολό της, που επιβαρύνεται δυσβάστακτα από το εκπαιδευτικό σύστημα όπως είναι σήμερα».

O Aλκης Ρήγος παρουσίασε τις πρωτοβουλίες του ΣΥΡΙΖΑ το ερχόμενο διάστημα.
Ειδικότερα, τόνισε:

«Έχουμε προγραμματίσει συναντήσεις με τα συνδικάτα των εκπαιδευτικών. Αύριο θα δούμε την ΟΛΜΕ. Θα συναντηθούμε με τα συντονιστικά μαθητών, φοιτητών καθώς και την Ομοσπονδία Γονέων και Κηδεμόνων.
Οργανώνουμε το ερχόμενο Σαββατοκύριακο, 14 και 15 Μαρτίου, πανελλαδική διημερίδα συζήτησης για θέματα παιδείας στη Θεσσαλονίκη.Στις 19 Μαρτίου προχωράμε σε σύσκεψη των εκπαιδευτικών όλων των βαθμίδων του ΣΥΡΙΖΑ Αθήνας, Πειραιά στο Πολυτεχνείο. Παράλληλες συγκεντρώσεις και συζητήσεις οργανώνονται τουλάχιστον σε όλες τις κεντρικές πανεπιστημιουπόλεις.Το υλικό που θα συγκεντρωθεί θα εμπλουτίσει τις τελικές θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ μπροστά στη Β΄ Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του Απριλίου.
Στόχος μας είναι να κλείσει όλη αυτή η διαδικασία της συζήτησης με μια μεγάλη συγκέντρωση στην Αθήνα, στο τέλος Μαρτίου.
Η συμμετοχή στις επιμέρους αυτές ανοιχτές συζητήσεις καθώς και στην Πανελλαδική είναι προφανώς ισότιμη για μέλη των συνιστωσών και μη ενταγμένων σε συνιστώσες μέλη του εγχειρήματος. Αποτελεί ένα πείραμα του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ οριζόντιας συζήτησης και σύνθεσης απόψεων σε μια φάση που η κυβέρνηση επιχειρεί, με μια απλά συναινετική πολιτική, να περιορίσει το θέμα σε τεχνικής φύσης και μη αντιμετώπισης των ουσιαστικών προβλημάτων. Καμία εκπαιδευτική μεταρρύθμιση, δεν θα έλεγε κανείς παιδαγωγός, από όποια σχολή αντίληψης κι αν προέρχεται, ότι μπορεί να ξεκινήσει από ένα κακοφορμισμένο σημείο του εξεταστοκεντρικού συστήματος, όπως είναι οι πανελλαδικές εξετάσεις. Κανείς παιδαγωγός δεν θα υποστήριζε ότι μπορεί να ξεκινήσει μια εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που δεν θα αρχίζει από τη βασική εκπαίδευση».

Δεν υπάρχουν σχόλια: